ὀθόνη

ὀθόνη
3607 ὀθόνη
{сущ., 2}
полотно, полотнище, парус (Деян. 10:11; 11:5).*

Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. . 2006.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "ὀθόνη" в других словарях:

  • ὀθόνη — fine linen fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀθόνῃ — ὀθόνη fine linen fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οθόνη — Λευκή επιφάνεια από ύφασμα, καουτσούκ ή από κάποιο πλαστικό υλικό, που χρησιμεύει για την προβολή επάνω της φωτογραφικών ή κινηματογραφικών εικόνων. Οι διαφανείς ο. από αποστιλβωμένο γυαλί ή από πλαστικό υλικό, χρησιμοποιούνται όταν η συσκευή… …   Dictionary of Greek

  • οθόνη — η 1. ύφασμα βαμβακερό λεπτό, σεντόνι. 2. καραβόπανο. 3. το πανί όπου προβάλλεται η κινηματογραφική ταινία: Κινηματογραφική οθόνη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὀθόναι — ὀθόνη fine linen fem nom/voc pl ὀθόνᾱͅ , ὀθόνη fine linen fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀθονέων — ὀθόνη fine linen fem gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀθονῶν — ὀθόνη fine linen fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀθόναις — ὀθόνη fine linen fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀθόναισι — ὀθόνη fine linen fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀθόνην — ὀθόνη fine linen fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀθόνης — ὀθόνη fine linen fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»